Μετά από μία άκρως απαιτητική, παραγωγική και θεαματική σεζόν, το Uefa Champions League φτάνει στο τέλος του, με όλα τα βλέμματα να είναι στραμμένα στο Allianz Arena του Μονάχου για τον τελικό ανάμεσα στην Παρί Σεν Ζερμέν και την Ίντερ, την τελευταία μέρα του Μάη.

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΦΙΝΑΛΙΣΤ

Έχω εκφράσει πολλάκις την πεποίθησή μου ότι μακροπρόθεσμα το ποδόσφαιρο είναι ένα δίκαιο άθλημα.

Έτσι και φέτος θεωρώ ότι ΠΣΖ και Ίντερ έφτασαν δικαιότατα στον τελικό διεκδικώντας την κούπα “με τα μεγάλα αυτιά”.




Η Παρί Σεν Ζερμέν πέρασε ένα θυελλώδες καλοκαίρι, κυρίως λόγω των “καπρίτσιων” τού - επί πολλά χρόνια αστέρα της - Κιλιάν Εμπαπέ, που εν τέλει αποφάσισε να αποχωρήσει ως ελεύθερος από την ομάδα του Παρισιού, με προορισμό τη Ρεάλ Μαδρίτης.

Αυτή η απόφαση λειτούργησε άκρως θετικά απ’ ό,τι φάνηκε, καθώς η Παρί προχώρησε σε ολοκληρωτική αλλαγή πολιτικής και αγωνιστικού μοντέλου.

Από κει που κάθε χρόνο ακριβοπλήρωνε σούπερ σταρ με μεγάλο εγωισμό, αλλά σε προχωρημένη - ποδοσφαιρικά - ηλικία ή χωρις αγωνιστικό κίνητρο (Ιμπραΐμοβιτς, Νεϊμάρ, Μέσι, Σέρχιο Ράμος) μετέβη σε μία εντελώς διαφορετική λογική χτίζοντας μία ομάδα με ποιότητα σε κάθε γραμμή, φρεσκάδα (έπεσε πολύ ο μέσος όρος ηλικίας) και το βασικότερο ότι παίζει ο ένας για τον άλλο με απόλυτη προσήλωση στο πλάνο του προπονητή. 

Όπως είναι λογικό χρειάστηκε ένα εύλογο χρονικό διάστημα για να μπορέσει η Παρί να ορθοποδήσει και να μπορέσει να βγάλει στον αγωνιστικό χώρο αυτά που ήθελε και πίστευε ο προπονητής της.

Ο Λουίς Ενρίκε, λοιπόν, (με την αρωγή του Λουίς Κάμπος, τεχνικού διευθυντή της ομάδας) αξίζει πάρα πολλά εύσημα, γιατί κατόρθωσε πολλά μέσα σε μία χρονιά.

Αρχικά, έκανε συμπαθή στο ποδοσφαιρικό κοινό της Ευρώπης μια ομάδα που δεν είχε και την καλύτερη άποψη ο φίλαθλος κόσμος, πέραν των οπαδών της.

Παρουσίασε μία πολύ όμορφη ποδοσφαιρική πρόταση από τα μέσα της σεζόν κι έπειτα, με συνεχές pressing, άμεση εκδήλωση επιθέσεων, πολύ παιχνίδι από τα άκρα με ενεργή συμμετοχή των ακραίων back (Χακίμι και Νούνο Μέντες ίσως είναι τα κορυφαία μπακ επιθετικά αυτην την στιγμή στον κόσμο) και όλα αυτά χωρίς καθαρόαιμο σέντερ φορ, επαναφέροντας το “ψευτοεννιάρι” στην καθημερινότητά μας, βγαλμένο από τις χρυσές εποχές της Μπάρτσα. 

Το σημαντικότερο όλων, όμως, είναι ότι μετέφερε στο Παρίσι το “winning mentality” του, κάτι που έλειπε εμφανώς τα προηγούμενα χρόνια, με την Παρί να δέχεται αποκλεισμούς με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο στις νοκ άουτ φάσεις του Champions League.

Τα πράγματα δεν ήταν ρόδινα εξ αρχής, καθώς η Παρί ξεκίνησε τη League Phase με ρεκόρ 1-1-3 και ήταν αρκετά κοντά σε έναν πρόωρο και οδυνηρό αποκλεισμό, αλλά στη συνέχεια βρήκε ρυθμό, έκανε τρεις σερί νίκες με κομβικότατη την εντός έδρας νίκη επί της Μάντσεστερ Σίτι με 4-2 και καθηλωτικό ποδόσφαιρο που έκανε όλο τον οργανισμό να πιστέψει ότι κάτι καλό χτίζεται φέτος.

Χαρακτηριστικό είναι ότι στα νοκ άουτ απέκλεισε διαδοχικά τρεις αγγλικές ομάδες (Λίβερπουλ, Άστον Βίλα, Άρσεναλ κατά σειρά) κάτι που από μόνο του συνιστά επιτυχία, λόγω του ιδιαίτερου ρυθμού και της έντασης που δίνουν στα παιχνίδια τους αυτές οι ομάδες (ειδικότερα εντός έδρας).

Η Ίντερ απ’ την άλλη ήταν σταθερότατη από την αρχή της χρονιάς, χωρίς σκαμπανεβάσματα, παρά τον μεγάλο Μέσο Όρο ηλικίας, έχοντας ξεκάθαρο αγωνιστικό πλάνο, έναν εξαιρετικό προπονητή (που επιτέλους αξίζει της ανάλογης αναγνώρισης) και τέλεια επιθετική εφαρμογή του 3-5-2.




Στη συνείδηση του περισσότερου κόσμου όταν μιλάμε για ιταλική ομάδα και 3 κεντρικούς αμυντικούς όλοι σκέφτονται για αμυντικογενή σχηματισμό με αποκλειστικό στόχο τη διαφύλαξη του “μηδέν” στην άμυνα.

Παρόλα αυτά ο Σιμόνε Ιντζάγκι (μικρότερος αδερφός του σούπερ σκόρερ Πίπο Ιντζάγκι) έχει δημιουργήσει μια ομάδα που δουλεύει ρολόι και στις δύο πλευρές του γηπέδου.

Ολοκλήρωσε τη League Phase του Champions League έχοντας δεχτεί μόλις 1 τέρμα σε 8 αγώνες (μιλάμε για αδιανόητη επίδοση), στη μοναδική της ήττα μέχρι στιγμής στη διοργάνωση μετά από 14 παιχνίδια, η οποία ήρθε από τη Λεβερκούζεν, με 1-0.

Κράτησε στο μηδέν τις Μάντσεστερ Σίτι, Άρσεναλ, Μονακό, Λειψία και απέφυγε την ήττα σε διπλές αναμετρήσεις κόντρα σε Μπάγερν Μονάχου και Μπαρτσελόνα.

 

Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, λοιπόν, δικαιότατα συμμετέχει στον μεγάλο τελικό.

Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΩΝ ΗΜΙΤΕΛΙΚΩΝ

Για να επανέλθουμε στα αγωνιστικά, όμως, η Ίντερ έχει την πολυτέλεια να διαθέτει δύο πανύψηλους κεντρικούς αμυντικούς, με εξαιρετική τεχνική κατάρτιση, που μπορούν να προωθούν την μπάλα είτε κουβαλώντας την είτε με μακρινές διαγώνιες μεταβιβάσεις και αποτελούν το ιδανικό συμπλήρωμα των “γερόλυκων” Ατσέρμπι και Ντε Φράι.

Αυτό έχει διττή σημασία, καθώς και υπάρχει η δυνατότητα να “σπάσει” πιο εύκολα το αντίπαλο pressing και μπορούν να αμυνθούν αποτελεσματικά σε low block (σε “χαμηλά μέτρα”, κοντά στην εστία που υπερασπίζονται).

Ο λόγος για τους Αλεσάντρο Μπαστόνι (26 χρονών, 1.90 μέτρα) και Γιαν Μπίσεκ (25 χρονών, 1.96 μέτρα) οι οποίοι αγωνίζονται ως αριστερό και δεξί στόπερ αντίστοιχα. 

Ο πρώτος είναι αυτός που - κατά κύριο λόγο - παίρνει την μπάλα από τον τερματοφύλακα και ξεκινάει να στήνει τις επιθέσεις. 

Λόγω της πίεσης της Μπάρτσα, η Ίντερ δεν μπόρεσε να εφαρμόσει το γνωστό, καλό της passing game, με αποτέλεσμα να καταφεύγει στη λύση των μακρινών μεταβιβάσεων ψάχνοντας είτε τους φορ είτε την κίνηση του δεξιού μπακ-χαφ.



Πριν ξεκινήσει η ημιτελική φάση έλεγα στον περίγυρό μου ότι η Μπαρτσελόνα θα έχει σοβαρό πρόβλημα αν επιλέξει να αμυνθεί με την άμυνα ψηλά έχοντας ως αποκλειστικό ανασταλτικό πλάνο το “τεχνητό οφσάιντ”, γιατί δεν είχε αντιμετωπίσει άλλη φορά φέτος το 3-5-2 (πόσω μάλλον με τόσο ποιοτική αντίπαλο) και το πλεονέκτημα του σχήματος αυτού είναι να “βγάζει” παίκτες από πίσω, κυρίως με τους full back.

Ντιμάρκο από αριστερά και Ντούμφρις από δεξιά αποτέλεσαν πολλές φορές τον παίκτη παραπάνω στην επίθεση της Ίντερ, καθώς μιλάμε για δύο επιθετικότατους και ταχύτατους μπακ-χαφ που πατούν συχνά πυκνά περιοχή και είτε δημιουργούν είτε εκτελούν. 

Ειδικά ο Ντούμφρις μπορούμε να πούμε ότι ήταν ο “άνθρωπος της σειράς”, μιας και είχε δύο γκολ και μία ασίστ στον πρώτο αγώνα και δύο ασίστ στον δεύτερο.

Η Ίντερ δέχτηκε πολύ μεγάλη πίεση κατά τη διάρκεια των δύο ημιτελικών, υπέφερε, βρέθηκε πολλές φορές στο “καναβάτσο”, αλλά έδειξε χαρακτήρα, δεν τα παράτησε και πέτυχε μία μυθική πρόκριση, ειδικά με τον τρόπο που αυτή επετεύχθη.

Κατάφερε να σκοράρει 7 φορές σε δύο αγώνες με μόλις 28% κατοχή Μ.Ο, αποδεικνύοντας ακόμα μία φορά ότι για να είσαι απειλητικός δεν χρειάζεται απαραίτητα να έχεις συνεχώς την μπάλα στα πόδια σου, αρκεί να έχεις ξεκάθαρο πλάνο τί θα την κάνεις μόλις την αποκτήσεις.

Μία τρομερή ημιτελική σειρά που κάθε παίκτης που πάτησε το πόδι στον αγωνιστικό χώρο ανεξαρτήτως χρόνου συμμετοχής έκανε κατάθεση ψυχής και πολλές ιστορίες ξεπήδησαν.



Ο 37χρονος κεντρικός αμυντικός Φραντσέσκο Ατσέρμπι που μετά τον θάνατο του πατέρα του εθίστηκε στο αλκοόλ, νίκησε δύο φορές τον καρκίνο και αναγεννήθηκε μέσα απ’ τις στάχτες του (ο ίδιος έχει δηλώσει ότι ο καρκίνος τον έσωσε απ’ τον εθισμό του), σκόραρε για πρώτη φορά σε επίπεδο Champions League στο 90+5 ενός ημιτελικού αγώνα, στέλνοντας το παιχνίδι στην παράταση.

Ο 25χρονος Ντάβιντε Φρατέζι που έβαλε το γκολ που έκρινε τον αγώνα στην παράταση έχει μετατραπεί ως “χρυσή αλλαγή” για την Ίντερ φέτος, καθώς πέρα απ’ την αναμέτρηση με την Μπαρτσελόνα σκόραρε και στον προημιτελικό κόντρα στην Μπάγερν στο Μόναχο στο 88’ αφιερώνοντας κλαμένος το γκολ νίκης στην πολυαγαπημένη του γιαγιά που πέθανε μία μέρα πριν διεξαχθή η αναμέτρηση. 

Ο 36χρονος Γιαν Ζόμερ αποκτήθηκε από την Μπάγερν Μονάχου το καλοκαίρι του 2023 για μόλις 7 εκατομμύρια ευρώ ως “φθηνή λύση”, μετά την πώληση του βασικού γκολκίπερ της - φιναλίστ του Τσάμπιονς Λιγκ εκείνης της περιόδου - Ίντερ, Αντρέ Ονάνα, ο οποίος πωλήθηκε για 51 εκατομμύρια ευρώ.

Κάπως έτσι η Ίντερ έκανε την έκπληξη και πέρασε στον τελικό αποκλείοντας την Μπαρτσελόνα που κατέκτησε το “τρεμπλ” στην Ισπανία και ήθελε να κατακτήσει και το Champions League για να ολοκληρώσει ονειρικά τη φετινή εξαιρετική της σεζόν.

Ο έτερος ημιτελικός ανάμεσα σε Άρσεναλ και Παρί Σεν Ζερμέν έμοιαζε πιο ισορροπημένος και αμφίρροπος στα μάτια του ποδοσφαιρικού κοινού. 

Από τη μία η φρεσκάδα και η ένταση των Γάλλων με το αδιάκοπο τρέξιμο σε όλα τα μήκη και πλάτη του γηπέδου και από την άλλη η πιο συμπαγής Άρσεναλ του κοντρολαρισμένου ρυθμού και της αμυντικής ασφάλειας, που ταλανίζεται φέτος από πολλούς τραυματισμούς και την απουσία επιθετικών.

Η Παρί των ημιτελικών ήταν η ομάδα που θαυμάσαμε όλο το νέο έτος. 

Αιφνιδίασε νωρίς την Άρσεναλ στο “Emirates” σκοράροντας μόλις στο 4’ με τον Ντεμπελέ. Το υπόλοιπο κομμάτι της αναμέτρησης το πέρασε σχεδόν ανώδυνα με την Άρσεναλ να απειλεί μόνο 2 φορές με προσπάθειες των Μαρτινέλι και Τροσάρ μέσα από την περιοχή, αλλά ο Τζίτζι Ντοναρούμα (που πραγματοποιεί μία εξαίσια χρονιά) τις αποσόβησε.

Ο Λουίς Ενρίκε τράβηξε λίγο πιο πίσω τις γραμμές του, με σκοπό να χτυπήσει στην κόντρα με όπλο την ταχύτητα των επιθετικών του (Κβαρατσκέλια, Ντεμπελέ, Ντουέ), αλλά κάτι τέτοιο δεν κατέστη εφικτό μιας κι η Άρσεναλ πίεζε αποτελεσματικά στο τελευταίο τρίτο της Παρί αναγκάζοντάς την να καταφεύγει σε μακρινές μεταβιβάσεις.



Στον επαναληπτικό η Άρσεναλ ξεκίνησε εκρηκτικά το πρώτο εικοσάλεπτο, σφυροκοπώντας την Παρί, γεμίζοντας συνεχώς την μπάλα στην περιοχή (ακόμα και με δυνατά πλάγια), αλλά ο Ντοναρούμα ήταν σε ακόμα ένα εξαιρετικό βράδυ διατηρώντας ανέπαφη την εστία του.

Σταδιακά και όσο κυλούσε το παιχνίδι χωρίς η Άρσεναλ να βρίσκει γκολ, οι παίκτες της Παρί κέρδιζαν μέτρα στο γήπεδο κάνοντας αισθητή την παρουσία τους κερδίζοντας όλο και περισσότερες μονομαχίες στον χώρο του κέντρου.

Κάπως έτσι η Παρί έφτασε να προηγείται στο 70’ με 2-0 (έχοντας και χαμένο πέναλτι ενδιάμεσα) σφιχταγκαλιάζοντας την πρόκριση, με την Άρσεναλ να μειώνει στο 76’ και να χάνει μια ανεπανάληπτη ευκαιρία με τον Σάκα στο 80’ για να βάλει “φωτιά” στο τελευταίο δεκάλεπτο του αγώνα.

Το τελευταίο σφύριγμα του διαιτητή βρήκε τους “Παριζιάνους” να πανηγυρίζουν έξαλλα την μεγάλη πρόκριση που τους φέρνει αντιμέτωπους με τον μεγαλύτερο αγώνα της ιστορίας τους, καθώς δεν έχουν κατακτήσει ποτέ το τρόπαιο.



Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στον πρωτεργάτη αυτής της ομάδας, Λουίς Ενρίκε, που έδειξε διά τω παραδείγματι πώς χτίζεται μια καλή ομάδα, με διακριτούς ρόλους που όλοι υπάγονται σε έναν σκοπό και είναι διατεθειμένοι να βάλουν τον εγωισμό τους κάτω από το κοινό καλό.

Τρανό παράδειγμα αυτής της αλλαγής αποτελεί ο Ουσμάν Ντεμπελέ. 

Ένας πολύ ταλαντούχος παίκτης, που κάποτε τον απέκτησε η Μπαρτσελόνα από την Ντόρτμουντ έναντι 105 εκατομμυρίων ευρώ, αλλά ποτέ δε δικαίωσε τις προσδοκίες γύρω απ’ το όνομά του, λόγω του ιδιαίτερου και έκρυθμου χαρακτήρα του (αδιάφορος στην άμυνα, ξενυχτούσε παίζοντας video games πριν από κρίσιμους αγώνες, κακά τελειώματα).

Στη φετινή Παρί, όμως, και κυρίως με την έναρξη του 2025 είναι ένας άλλος παίκτης σκοράροντας και δίνοντας ασίστ κατά ριπάς.

Ένας άλλος κομβικός παράγοντας στη φετινή πορεία της ΠΣΖ ήταν η μαγική ιβηρική τριάδα της μεσαίας γραμμής (Ζοάο Νέβες, Βιτίνια, Φαμπιάν Ρουίθ) που καταπίνουν χιλιόμετρα και αλληλοσυμπληρώνονται.

Ο Νέβες προσθέτει ηρεμία και ασφάλεια στην “πρώτη μπάλα” παίρνοντας την μπάλα από τα στόπερ και προωθώντας την στην επόμενη ζώνη. Παράλληλα δεν σταματάει να τρέχει ποτέ και εξαφανίζει τους αντίπαλους μεσοεπιθετικούς.

Ο Βιτίνια είναι ένα υπερσύγχρονο οκτάρι (μαζί με τον Πέδρι της Μπαρτσελόνα οι κορυφαίοι στη θέση τους κατ’ εμέ) που βρίσκεται παντού, είναι box to box, με εξαιρετική τεχνική κατάρτιση και αντίληψη των διαμορφωμένων συνθηκών για να μπορέσει να πάρει τις κατάλληλες αποφάσεις σε κάθε διαφορετική περίπτωση.

Ο Φαμπιάν Ρουίθ με την εμπειρία του και το αρχοντικό του στυλ κοντρολάρει το παιχνίδι και “μαζεύει” τους νεαρούς και ενθουσιώδεις συμπαίκτες του όταν βλέπει ότι παρεκκλίνουν των σχεδίων του προπονητή.

Η ΠΣΖ πραγματοποιεί την καλύτερη σεζόν της ιστορίας της, αποπνέει υγεία και αξιοποίησε κατάλληλα τους πακτωλούς χρημάτων των Καταριανών ιδιοκτητών της, αλλάζοντας μεταγραφική πολιτική και επενδύοντας σε νεαρούς και εξελίξιμους παίκτες.

ΣΗΜΕΙΟΛΟΓΙΕΣ ΤΕΛΙΚΟΥ


Επειδή το ποδόσφαιρο - όπως κι η ζωή - κάνει κύκλους, έτσι και δω έχουμε ένα κοινό σημείο των δύο αντιπάλων και αυτό είναι η Μπάγερν Μονάχου.

Όπως προανέφερα ο τελικός θα διεξαχθεί στο “Allianz Arena” του Μονάχου, που αποτελεί έδρα της Μπάγερν.

Όλως τυχαίως, λοιπόν, ο μοναδικός τελικός που έχει συμμετάσχει η ΠΣΖ ήταν εναντίον της Μπάγερν Μονάχου στις 23/08/20 (ήταν η χρονιά του COVID-19, γι’ αυτό και διεξήχθη τόσο αργά), με την Μπάγερν να επικρατεί 1-0 με γκολ του Γάλλου Κίνγκσλεϊ Κομάν (προϊόν των ακαδημιών της ΠΣΖ).

Από την άλλη η πιο ιστορική, έμπειρη και μπαρουτοκαπνισμένη Ίντερ θα συμμετάσχει για 7η φορά σε τελικό Τσάμπιονς Λιγκ ή Κυπέλλου Πρωταθλητριών έχοντας 3 κατακτήσεις ήδη.

Πέραν από τις δύο σερί κατακτήσεις της δεκαετίας του ‘60 (σεζόν 1963/64 και 1964/65 επικρατώντας των Ρεάλ Μαδρίτης και Μπενφίκα αντίστοιχα) το τελευταίο τρόπαιο ήρθε τη σεζόν 2009/10 με αντίπαλο τους Βαυαρούς επικρατώντας 2-0 με δυο γκολ του Ντιέγκο Μιλίτο.

Μένει να δούμε ποιος από τους δύο οιωνούς θα ισχύσει, με ευχή για έναν συναρπαστικό τελικό ανάμεσα σε δύο πολύ καλές ομάδες.

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΜΠΙΛΛΗΣ